Γιατί τα κλασικά παραμύθια είναι τόσο τρομακτικά;

Γιατί τα κλασικά παραμύθια είναι τόσο τρομακτικά;

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο :

Μέσος Όρος Βαθμολογίας: 5 / 5. Προσμέτρηση ψήφων: 1

Λύκοι που τρώνε παιδιά, γονείς που εγκαταλείπουν τα μικρά τους, μάγισσες που ρίχνουν ξόρκια και κατάρες σε όμορφες κοπέλες είναι λίγα από τα παραδείγματα βίας, σκληρότητας και φόβου στα παραμύθια. Μη νομίζετε ότι είστε οι μόνοι που δεν θέλετε να διαβάζετε τέτοια παραμύθια στα παιδιά σας, όσο κλασικά κι αν θεωρούνται. Στην τελευταία δημοσκόπηση της ιστοσελίδας The Baby Website (www. thebabywebsite.com), μία από τις μεγαλύτερες που έχουν πραγματοποιηθεί, με συμμετοχή περισσότερων από 3.000 μαμάδων και μπαμπάδων, το 50% των συμμετεχόντων υποστηρίζουν ότι «εγκαταλείπουν τα παιδικά παραμύθια γιατί είναι τρομακτικά και γιατί δεν τους αρέσουν τα μηνύματά τους». Σύμφωνα με το πόρισμα της δημοσκόπησης, οι νέοι γονείς πιστεύουν ότι τα κλασικά παραμύθια δημιουργούν εφιάλτες στα παιδιά τους και στρέφονται σε περισσότερο φιλικές παιδικές ιστορίες. Η Σάλι Γκοντάρντ Μπλάιθ, διευθύντρια του Ινστιτούτου Νευροφυσιολογικής Ψυχολογίας στο Τσέστερ και ειδική αναπτυξιολόγος υποστηρίζει ότι παραμύθια όπως η Ραπουνζέλ και η Σταχτοπούτα είναι σημαντικά για την ανάπτυξη του παιδιού. Αρκετοί ακαδημαϊκοί συμφωνούν μαζί της επισημαίνοντας ότι τα παραμύθια προετοιμάζουν τα παιδιά για συγκεκριμένους κινδύνους. Ο ίδιος ο Δαρβίνος άλλωστε, υποστήριξε ότι ο φόβος είναι ενστικτώδες σύμπτωμα ανάπτυξης.  Έτσι, οι εισβολείς, οι γίγαντες και οι κακοί λύκοι μαθαίνουν στα παιδιά να προστατεύονται από επικίνδυνες καταστάσεις. Πράγματι, όσο τρομακτικές κι αν μοιάζουν αυτές οι ιστορίες για τους γονείς, πολλοί ακαδημαϊκοί εκτιμούν ότι βοηθούν τα παιδιά να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες και τις φοβίες που δεν μπορούν να εκφράσουν. Ο διάσημος συγγραφέας και παιδοψυχολόγος Bruno Bettelheim πίστευε ότι τα παραμύθια είναι σημαντικά για την ανάπτυξη των παιδιών, επειδή οι βασικοί χαρακτήρες – που είναι και οι ίδιοι παιδιά πολλές φορές- επιδεικνύουν θάρρος και νικούν σε έναν κόσμο γιγάντων και εχθρικών ενηλίκων. «Τα παραμύθια επεξεργάζονται τόσες πολλές φοβίες, όχι μόνο προσωπικές, αλλά όλης της κοινωνίας, αλλά το κάνουν με έναν τρόπο ασφαλή, γιατί όλα αυτά συμβαίνουν … μια φορά κι έναν καιρό» εξηγεί η Μαρία Τατάρ, καθηγήτρια στο Harvard College και πρόεδρος του Program in Folklore and Mythology του πανεπιστημίου. «Τα παραμύθια έχουν έναν πραγματικό ρόλο, απελευθερώνουν τη φαντασία των παιδιών. Όσο βίαια κι αν είναι, ο πρωταγωνιστής πάντα επιβιώνει». Μέσα από την αντιπαράθεση του καλού με το κακό, την ανδρεία και τη δειλία της ανθρώπινης φύσης, τον πλούτο και τη φτώχεια, τη ματαιοδοξία και τη γενναιότητα. Η Μπλάιθ τονίζει ότι τα παραμύθια ασχολούνται με δύσκολα θέματα όπως ο θάνατος ενός γονέα στη Σταχτοπούτα, αλλά παράλληλα προετοιμάζουν έμμεσα τα παιδιά για να αντιμετωπίζουν καταστάσεις και στην πραγματική τους ζωή. Η κυρία Μπλάιθ αναφέρει: «Τα παραμύθια βοηθάνε το παιδί να ξεχωρίσει το σωστό από το λάθος, όχι μέσα από άμεση παρέμβαση, αλλά μέσα από τη φυσική του εμπλοκή στην ιστορία. Βοηθάνε τόσο στην ανάπτυξη της φαντασίας και της δημιουργικότητας όσο και στην κατανόηση των δικών τους συναισθηματικών διλημμάτων με τρόπο φανταστικό και ονειρικό και όχι μέσα από τη συγκεκριμένη διδασκαλία τους». Στο βιβλίο της «The Genius of Natural Childhood» αναφέρει: «Πέρα από τις δαιμονολογίες για τους νάνους, η ιστορία της Χιονάτης δείχνει ότι κάτω από τις όποιες σωματικές διαφορετικότητες υπάρχουν χαρίσματα όπως αυτό της ευγένειας, της καλοσύνης, της γενναιοδωρίας και προσφοράς προς τον άλλον, που δεν μπορείς να τα βρεις σε κουλτούρες που θεοποιούν τα στερεότυπα του κάλλους και του πλούτου». Σε πολλά παραμύθια (όπως «Η χρυσομαλλούσα και οι τρεις αρκούδες») ο μικρότερος και ασθενέστερος στην ομάδα είναι αυτός με τον οποίο ταυτίζεται η ηρωίδα, ενώ στο «Τα καινούρια ρούχα του αυτοκράτορα» η ματαιοδοξία και η υπερηφάνεια καλύπτονται μέσα από ανούσια, κενά υλικά αγαθά, εμποδίζοντας την κοινή λογική να δράσει. Αυτές οι ιστορίες δεν είναι σκληρές και ρατσιστικές. Μάλλον φαίνεται να βοηθούν τα παιδιά να κατανοήσουν τις αδυναμίες της ανθρώπινης συμπεριφοράς και να αποδεχθούν πολλούς από τους δικούς τους φόβους.« Τα παιδιά έχουν ανάγκη να μάθουν από νωρίς ότι η ζωή δεν είναι πάντα εύκολη και δίκαιη και ότι υπάρχουν η «αγάπη και η λύπη, ο έρωτας και η απώλεια, η εξέλιξη και η φθορά» λέει η Μπλάιθ. «Οι μεγάλοι είναι αυτοί που φοβούνται τα τρομακτικά παραμύθια. Τα παιδιά τα λατρεύουν» είχε πει και ο Φρόυντ. Τα περισσότερα παραμύθια μαγεύουν τα παιδιά. Τα μεταφέρουν σε έναν κόσμο μαγικό και ενισχύουν τη φαντασία τους με τρόπο που ελάχιστοι σύγχρονοι συγγραφείς έχουν καταφέρει. Εάν λοιπόν οι γονείς ή η κοινωνία μας για να προστατεύει τα παιδιά της τα αποτρέπει από την ανάγνωση αυτών των παραμυθιών για να μην τα εκθέτει σε θλιβερά γεγονότα, παράλληλα δεν τα οπλίζει με τα κατάλληλα εφόδια ώστε να σταθούν στα πόδια τους, αργότερα, στη ζωή τους.