Η παιδική φιλία και οι σχέσεις με συνομηλίκους παίζουν έναν καθοριστικό ρόλο στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών. Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν, οι αλληλεπιδράσεις με τους συνομηλίκους, τα βοηθούν να αποκτήσουν σημαντικές δεξιότητες κοινωνικής συμπε ...
1 Μαρτίου 2018
Ένα παιδί που υποφέρει από αγωνία και ντροπή κάθε φορά που εκτίθεται σε κοινό –ακόμη και αν το κοινό είναι οι συμμαθητές και οι δάσκαλοί του- έχει συνήθως χαμηλή αυτοεκτίμηση. Τι χρειάζεται; Αγάπη και αποδοχή στο μάξιμουμ.
Είναι μόλις δέκα ετών και υποφέρει από άγχος. Όχι οποιοδήποτε άγχος αλλά εκείνο που τον καταβάλει κάθε φορά που θα βρεθεί σε πάρτι, σχολικές γιορτές ή αθλητικές διοργανώσεις. Αποφεύγει να παίρνει μέρος σε σχολικές παραστάσεις και υποφέρει όταν συστήνεται σε καινούργιες παρέες. Ακόμη και η σχολική τάξη γίνεται σκηνικό απειλής όταν καλείται να μιλήσει για το μάθημα της ημέρας. «Θα τα καταφέρω;», «μήπως θα γελάσουν μαζί μου;», «θα γίνω ρεζίλι!». Όλες αυτές οι σκέψεις αυτόματα σωματοποιούνται: Κοκκινίζει, χάνει τα λόγια του, ιδρώνει και τελικά παραδίνεται στο αίσθημα του πανικού. Οι γονείς περιγράφουν την κατάσταση ως «τρακ» κάτι που φέρνει και τους ίδιους σε αμηχανία με αποτέλεσμα, άθελά τους να ενοχοποιούν το παιδί μεγεθύνοντας έτσι το πρόβλημα. «Μα πώς κάνεις έτσι;» λένε συχνά και πιστεύουν ότι υποβαθμίζοντας λεκτικά το πρόβλημα το παιδί μπορεί να το ξεπεράσει.
Όταν το παιδικό τρακ γίνεται κοινωνική φοβία
Ένα «ντροπαλό», όπως το αποκαλούν οι γονείς του, παιδί, το οποίο μεγαλώνοντας διαχειρίζεται όλο και πιο δύσκολα τις καταστάσεις που τον φέρνουν αντιμέτωπο με κόσμο και με κάθε είδους αξιολογήσεις (ακαδημαϊκές εξετάσεις, αθλητικοί αγώνες κλπ) είναι πιθανόν να εκδηλώσει ως έφηβος και αργότερα ως ενήλικας κοινωνική φοβία. Να αισθάνεται δηλαδή ότι το εκάστοτε «κοινό» παρατηρεί, ελέγχει και σχολιάζει αρνητικά την παρουσία του. Η κοινωνική φοβία οδηγεί στην κοινωνική απομόνωση καθώς κάθε έκθεση σε μικρό ή μεγαλύτερο κοινωνικό σύνολο προκαλεί άγχος και αίσθημα ντροπής. Υπάρχουν άτομα που αποφεύγουν όχι μόνο να μιλάνε μπροστά στο κοινό αλλά ακόμη και να τρώνε μπροστά σε τρίτους. Και ενώ ο αρχικός φόβος προκαλείται από την τυχόν κριτική από τους τρίτους, οι αντιδράσεις είναι αλυσιδωτές και δημιουργούν έναν φαύλο κύκλο με το άτομο να φοβάται πλέον τα ίδια τα συμπτώματα του «τρακ»: την αγωνία, το τρέμουλο της φωνής, ακόμη και την τάση για έμετο. Το αποτέλεσμα είναι η σταδιακή κοινωνική απομόνωση του ατόμου.
Το στοίχημα του αυτοσεβασμού
Πίσω από το παιδικό τρακ κρύβεται η ανησυχία της απόρριψης και στο βάθος η αρνητική εικόνα που έχει το παιδί για τον εαυτό του. Νιώθει έξυπνο; Είναι ευχαριστημένο με την εξωτερική του εμφάνιση; Πιστεύει ότι αξίζει; Ή μήπως η δική μας συμπεριφορά έχει κλονίσει την αυτοεκτίμησή του;
Η καθημερινή ενίσχυση του παιδιού μας το βοηθά να έχει θετική εικόνα για τον εαυτό του. Ο Ρούντολφ Ντράικωρς, ο διάσημος Αυστριακός ψυχίατρος προτείνει στα εγχειρίδιά του αντί να είμαστε επικριτικοί με τα παιδιά μας, να τα επαινούμε και να τα επιβραβεύουμε τονίζοντας τις σωστές τους πράξεις και όχι τα λάθη τους. Ακόμη, ξεκαθαρίζει πόσο να τα ενθαρρύνουμε να ρισκάρουν (και όχι να διαλέγουν πάντα τον πιο σίγουρο δρόμο) και να γίνονται ανεξάρτητα όσο κι αν μας τρομάζει η απεξάρτησή τους από εμάς.
Οι συμβουλές του έχουν διαχρονική αξία: Συνιστά να αντιμετωπίζουμε τα παιδιά μας σαν ολοκληρωμένα άτομα και όχι σαν υποκείμενα που υπόσχονται πολλά κάποτε στο μέλλον και να τα ακούμε προσεκτικά όπως ακούμε τους ενήλικες συνομιλητές μας. Να τα ενθαρρύνουμε ακόμη να καλούν τους φίλους τους στο σπίτι για παιγνίδι αντί να εξαντλούνται στο διάβασμα προκειμένου να φέρουν την υψηλότερη βαθμολογία στην τάξη. Και κυρίως; Να δείχνουμε την αγάπη μας. Να τα φιλάμε, να τα επιβραβεύουμε και να τα αγκαλιάζουμε δείχνοντάς τους πόσο μοναδικά, αξιαγάπητα και σημαντικά είναι.
Με τη συνεργασία της Δήμητρας Κουρή, ψυχολόγου-ειδικής παιδαγωγού.