Οι Ψυχικές Επιπτώσεις στους Γονείς των Πρόωρων Βρεφών

Οι Ψυχικές Επιπτώσεις στους Γονείς των Πρόωρων Βρεφών

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο :

Μέσος Όρος Βαθμολογίας: 5 / 5. Προσμέτρηση ψήφων: 2

Η γέννηση ενός πρόωρου βρέφους, δηλαδή η γέννηση πριν την 37η εβδομάδα της κύησης, αποτελεί συνήθως ένα ιδιαίτερα ψυχοπιεστικό γεγονός για τους γονείς. Η προωρότητα , όσο πιο νωρίς στην περίοδο της εγκυμοσύνης συμβεί, συνοδεύεται από σημαντικές ανησυχίες για νεογνική θνησιμότητα και σοβαρές επιπλοκές, βραχυπρόθεσμες αλλά και μακροπρόθεσμες, στην υγεία και ανάπτυξη του παιδιού. Είναι ευτυχές ότι έχουν αυξηθεί τα ποσοστά επιβίωσης και υγιούς εξέλιξης των πρόωρων βρεφών, τα οποία δέχονται εξειδικευμένη ιατρική φροντίδα στις Μονάδες Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών (ΜΕΝΝ). Πέρα όμως από το ιατρικό κομμάτι, χρειάζεται να δοθεί προσοχή και στις ψυχικές συνέπειες που έχει ο πρόωρος τοκετός και η μακρά νοσηλεία του βρέφους, τόσο για το βρέφος όσο και για τους  γονείς του.

Ίσως τα τελευταία χρόνια, το προσωπικό των Μονάδων Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών φαίνεται να κατανοεί τα οφέλη της σταθερής παρουσίας των γονέων κατά τη νοσηλεία του μωρού τους και κάνουν προσπάθειες διευκόλυνσης αυτών. Παρ’ όλα αυτά, η ΜΕΝΝ παραμένει ένα αγχωτικό περιβάλλον για τους γονείς, ένα νοσοκομειακό περιβάλλον, με εξοπλισμό παρακολούθησης, σωλήνες και καλώδια που συνδέονται με τα βρέφη, θερμοκοιτίδες, θορύβους μηχανημάτων, μυρωδιές νοσοκομείου… Οι γονείς βιώνουν, συχνά, οδυνηρά τον χωρισμό από το μωρό τους, όπως απαιτούν οι ιατρικές ανάγκες του, και την απώλεια του γονεϊκού τους ρόλου, όπως τον είχαν φανταστεί. Όταν οι γονείς αποκτούν το μωρό τους, προσδοκούν να το πάρουν στο σπίτι τους και να ξεκινήσουν μια ζωή μαζί του. Φαντάζονται πως θα το φροντίζουν οι ίδιοι, χτίζοντας σιγά – σιγά τη σχέση τους.  Και μόνο το γεγονός ότι οι γονείς πρέπει να φεύγουν και να αφήνουν τα πολύτιμα μωρά τους στη φροντίδα του  προσωπικού του Νοσοκομείου είναι επώδυνο.

Ψυχικές Επιπτώσεις στους Γονείς των Πρόωρων Βρεφών

Οι γονείς των πρόωρων βρεφών μπορεί να βιώσουν ποικίλες συναισθηματικές αντιδράσεις καθώς καλούνται να διαχειριστούν τον πρόωρο ερχομό του μωρού τους και τις πιθανές επιπλοκές της προωρότητας. Οι γονείς περιγράφουν συχνά τις εμπειρίες τους ως τραυματικές, απροσδόκητες και δύσκολα επεξεργάσιμες - μια επώδυνη και αγχωτική εμπειρία μετάβασης στη γονεϊκότητα, διαφορετική από αυτήν που ονειρεύονταν. Αισθάνονται συχνά θλίψη,  θυμό, ματαίωση, άγχος, αγωνία και ανησυχία για την υγεία του μωρού τους. Ακόμη, βιώνουν αβοηθητότητα και αίσθηση απώλειας ελέγχου αλλά και αντικρουόμενα συναισθήματα ελπίδας και απελπισίας.

Οι μητέρες των πρόωρων βρεφών εμφανίζουν γενικά υψηλότερα ποσοστά επιλόχειας κατάθλιψης αλλά και  υψηλότερα επίπεδα συμπτωμάτων αγχωδών διαταραχών. Κάποιες μπορεί επίσης να εμφανίσουν συμπτώματα διαταραχής μετατραυματικού στρες.

Η εξειδικευμένη ιατρική βοήθεια του πρόωρου βρέφους αμέσως μετά τη γέννηση είναι μια κατάσταση διαφορετική από αυτή που συνήθως βιώνουν τα υγιή και τελειόμηνα μωρά. Οι συνήθεις πρακτικές που ακολουθούνται (που φυσικά έχουν στόχο την επιβίωση και τη διευκόλυνση της ανάπτυξης) κάνουν τους γονείς να αισθάνονται πως αποκόπτονται βίαια από το μωρό τους και αποκλείονται από τη φροντίδα του σε σημαντικό βαθμό.

Αυτό μπορεί να βιώνεται ως ναρκισσιστικό πλήγμα για τη μητέρα, η οποία νιώθει πως δεν φροντίζει ι ίδια το μωρό της αλλά το προσωπικό και τα μηχανήματα. Μπορεί  ακόμη να νιώθει ενοχή, ανεπάρκεια και αίσθηση αποτυχίας, καθώς αισθάνεται πως δεν κατάφερε να ‘κρατήσει’ το μωρό της μέχρι το τέλος της εγκυμοσύνης. Τα συναισθήματα αυτά μπορεί να είναι τόσο ‘συντριπτικά’, που κάποιες νέες μητέρες μπορεί να αντιδράσουν με συναισθηματική αποστασιοποίηση. Έτσι, παρουσιάζονται αποστασιοποιημένες από τα βρέφη τους.

Σε άλλες μπορεί να εγκαθιδρυθεί μία έντονη ανησυχία και υπερ-επαγρύπνηση και μπορεί αργότερα, και παρά την καλή έκβαση της υγείας του βρέφους, να διατηρήσουν μία αγωνιώδη υπερεμπλοκή και υπερπροστασία του.

Οι μητέρες των πρόωρων νεογνών καλούνται να επεξεργαστούν τις ματαιώσεις τους  ως προς τον μητρικό τους ρόλο αλλά και τα χαρακτηριστικά του βρέφους τους. Το πρόωρο μωρό έρχεται σε μεγάλη σύγκρουση με το εξιδανικευμένο παιδί της φαντασίας τους. Οι περισσότεροι γονείς που έχουν πολύ πρόωρα ή μη υγιή μωρά, χρειάζεται να ‘πενθήσουν’ την ιδέα του ‘φαντασιακού’ τους μωρού.

Για να το θέσω αλλιώς, σε κάθε εγκυμοσύνη υπάρχουν δύο μωρά. Υπάρχει το μωρό της πραγματικότητας -δηλαδή το μωρό με σάρκα και οστά το οποίο συναντούν κατά τη γέννηση του- και το μωρό της φαντασίας των γονέων –όπως το φαντάζονται, όπως το επενδύουν και το ονειρεύονται. Εάν υπάρχει ασθένεια, ή σοβαρή προωρότητα, η σύγκρουση ανάμεσα στο πραγματικό μωρό και στο μωρό της φαντασίας (η οποία πάντα υπάρχει) είναι συνήθως μεγάλη και δύσκολα επεξεργάσιμη.

Έτσι, οι γονείς καλούνται να θρηνήσουν το μωρό της φαντασίας τους και να υποδεχτούν το μωρό της πραγματικότητας. Πρόκειται για μια συναισθηματική διεργασία δύσκολη, εμποτισμένη με συναισθήματα ενοχής και θλίψης, η οποία όμως μπορεί να οδηγήσει στην ουσιαστική, συναισθηματική συνάντηση με το μωρό τους.

Σε σύνδεση με τα παραπάνω, οι μητέρες των πρόωρων νεογνών δυσκολεύονται να αναπτύξουν και την εικόνα τους ως μητέρες. Δυσκολεύονται να αισθανθούν μητέρες. Μπορεί να έχουν την αίσθηση πως το μωρό δεν είναι πραγματικά δικό τους, καθώς εξαρτώνται από το προσωπικό της ΜΕΝΝ για την πρόσβαση τους  σ’ αυτό καθώς και για πληροφορίες και οδηγίες σχετικά με τη φροντίδα του.

Η καθυστέρηση της συναισθηματικής επένδυσης στον μητρικό τους ρόλο ίσως οφείλεται στον φόβο τους ότι το πρόωρο και εύθραυστο βρέφος του δεν θα μπορέσει να επιβιώσει.  Πρόκειται για μια μετα-τραυματική αποφυγή να αφεθούν και να επενδύσουν.

Αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα στις μητέρες πολύ πρόωρων βρεφών, δηλαδή όσων γεννιούνται πριν τις 32 εβδομάδες της κύησης. Οι μητέρες αυτές βλέπουν τα μωρά τους σε σοβαρό κίνδυνο, κάτι που δυσκολεύει ιδιαίτερα τη δημιουργία αναπαραστάσεων για το μωρό τους, την εμπιστοσύνη στο ρόλο τους -που σχετίζεται με την αντίληψη τους περί μεγαλύτερης ευαλωτότητας του μωρού και την ανάγκη  για εξαιρετικά προσεκτικό χειρισμό - και τον δεσμό μαζί του.

Επομένως, ο πρόωρος τοκετός και η νοσηλεία στη ΜΕΝΝ μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά τη συναισθηματική κατάσταση των μητέρων, την αυτό-εικόνα τους ως μητέρες και, κατά συνέπεια, τον πρώιμο δεσμό με το βρέφος.

Πρέπει εδώ να τονιστεί πως οι πρώτες στιγμές μετά τον τοκετό αποτελούν μία ‘ευαίσθητη περίοδο’, που θέτει τις βάσεις για την ανάπτυξη του ισχυρού δεσμού προσκόλλησης του νεογέννητου με τη μητέρα. Μια μακρά παραμονή στο νοσοκομείο μπορεί να λειτουργήσει αποσταθεροποιητικά στη ανάπτυξη του δεσμού. Η έλλειψη σωματικής εγγύτητας των μητέρων στη ΜΕΝΝ φαίνεται συχνά να επηρεάζει και τη συναισθηματική εγγύτητα, παράγοντες που είναι πολύ σημαντικοί για την ‘ύφανση’ αυτής της πρώιμης σχέσης.

Η στενή σωματική εγγύτητα, το τάισμα του μωρού, και η αλληλεπίδραση μαζί του παίζουν σημαντικό ρόλο στην πρώιμη σχέση μητέρας-παιδιού, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη των μητέρων στον γονεϊκό ρόλο της. Στη ΜΕΝΝ, αυτές οι συνθήκες συνήθως απουσιάζουν.

Το γεγονός ότι τα πολύ πρόωρα βρέφη διαφέρουν πολύ από τα τελειόμηνα νεογνά στην εμφάνιση και στη συμπεριφορά τους μπορεί επίσης να επηρεάσει τη δημιουργία του δεσμού γονέα-παιδιού. Επιπλέον, τα πρόωρα βρέφη συνήθως ανταποκρίνονται λιγότερο στις αλληλεπιδράσεις με τους φροντιστές τους, δυσκολεύονται να τους δώσουν σαφείς ενδείξεις, αλλά και οι φροντιστές τους έχουν μεγαλύτερη δυσκολία να αποκωδικοποιήσουν της συμπεριφορά τους.

Υποστήριξη προς τους Γονείς των Πρόωρων Βρεφών

Οι γονείς αυτοί έχουν πολλαπλές συναισθηματικές ανάγκες και είναι σημαντικό να έχουν πρόσβαση σε κατάλληλη ψυχολογική ‘συνοδεία’ και υποστήριξη, που θα στηρίξει τη μετάβαση τους στη γονεϊκότητα, κάτω από συνθήκες διαφορετικές από ό,τι περίμεναν. Είναι σημαντικό το προσωπικό των ΜΕΝΝ να δημιουργεί ένα περιβάλλον ασφάλειας και φροντίδας και για τους γονείς. Να προσφέρει συναισθηματική στήριξη, ακούγοντας τις ανησυχίες τους και επικυρώνοντας τα συναισθήματά τους. Να διευκολύνει τις κατάλληλες παραπομπές σε εξειδικευμένες υπηρεσίες, να παρέχει πληροφορίες για υπηρεσίες ψυχολογικής υποστήριξης των γονέων και ομάδες στήριξης μαζί με άλλους γονείς πρόωρων βρεφών. Μέσα σε ένα θεραπευτικό πλαίσιο, οι γονείς αυτοί χρειάζονται να επεξεργαστούν τα συναισθήματά τους ώστε να μπορέσουν να αναλάβουν τον ρόλο της φροντίδας του μωρού τους.

Ακόμη, οι πρακτικές στις ΜΕΝΝ είναι απαραίτητο να διευκολύνουν την ανάγκη των μητέρων να βρίσκονται κοντά στο μωρό τους, την επαφή μαζί του. Να προσφέρουν ευκαιρίες σωματικής εγγύτητας και εμπλοκής στη φροντίδα του μωρού.

Τα πρόωρα μωρά μπορεί να δυσκολεύονται με τη συναισθηματική τους ρύθμιση λόγω του στρες από το υπερδιεγερτικό περιβάλλοντος της ΜΕΝΝ και φυσικά του αποχωρισμού από τη μητέρα. Η καθοδήγηση προς τις μητέρες ώστε να προσφέρουν απαλό άγγιγμα, φροντίδα καγκουρό (επαφή δέρμα με δέρμα), θηλασμό -όταν αυτό είναι εφικτό-, και όσες άλλες πρακτικές ενισχύουν την επαφή τους μπορεί να απαλύνουν τα επίπεδα στρες του βρέφους.

Η αλληλεπίδραση τους θα βελτιώσει σταδιακά την κατανόηση της μητέρας για το βρέφος της και τις ανάγκες του, θα ενισχύσει την αίσθηση επάρκειας στο ρόλο της – η οποία πλήττεται σοβαρά κάτω από αυτές τις συνθήκες- και θα διευκολύνει τον συντονισμό τους.

Η ζεστή και υποστηρικτική στάση του προσωπικού και η παροχή κατάλληλης εκπαίδευσης για την παροχή πρακτικής φροντίδας και συναισθηματικής παρουσίας προς το μωρό,  καθώς και η προσφορά ευκαιριών στους γονείς ώστε να το κρατήσουν και να αλληλεπιδράσουν μαζί του, συνεισφέρει στην προαγωγή του συναισθηματικού δεσμού αλλά και προωθούν καλύτερα αναπτυξιακά αποτελέσματα για τα βρέφη. Είναι ωφέλιμο για τους γονείς να αισθανθούν πως, πέρα από το προσωπικό του νοσοκομείου, και οι ίδιοι προσφέρουν τη δικής τους φροντίδα που είναι πολύτιμη για το πρόωρο βρέφος τους.

Επίσης, οι γονείς έχουν ανάγκη να λαμβάνουν τακτική ενημέρωση για την κατάσταση του βρέφους του, με τρόπο σαφή, κατανοητό, ευαίσθητο και συμπονετικό. Οι ερωτήσεις τους για την πορεία και την ανάπτυξη του παιδιού τους χρειάζονται να απαντηθούν κατάλληλα. Οι γονείς δικαιούνται να ξέρουν όσες πληροφορίες ζητήσουν οι ίδιοι - ορισμένοι γονείς έχουν ανάγκη από πλήρη εξήγηση για τις ιατρικές διαδικασίες ενώ άλλοι δεν θέλουν να κατακλύζονται με πολλές ιατρικές και τεχνικές πληροφορίες.

Ακόμη, καθώς κάποια πρόωρα μωρά μπορεί να εμφανίσουν καθυστέρηση στην ανάπτυξή τους, ή ψυχοσυναισθηματικές, συμπεριφορικές ή ακόμη και μαθησιακές δυσκολίες αργότερα στη ζωή τους, το προσωπικό του Νοσοκομείου μπορεί να διασυνδέει με υπηρεσίες πρώιμης παρέμβασης, όπως φυσικοθεραπεία, εργοθεραπεία, λογοθεραπεία,  ψυχολογική υποστήριξη του παιδιού ή της δυάδας παιδιού-γονέα. Πέρα από τη σημασία για το ίδιο το παιδί, η μετάδοση στους γονείς πως υπάρχουν επιλογές πρόληψης και πρώιμης παρέμβασης μπορεί να τους δώσει μία αίσθηση ελέγχου και να τους κινητοποιήσει.

Οι γονείς των πρόωρων βρεφών θέτουν, συχνά, πολύ αυστηρές απαιτήσεις από τους εαυτούς τους  ενώ στην πραγματικότητα αυτό που βιώνουν είναι τρομερά δύσκολο. Είναι σημαντικό να το αναγνωρίσουν στον εαυτό τους και να προσπαθήσουν να του δείξουν λίγη συμπόνια. Τα δύσκολα συναισθήματά τους και η δυσκολία τους να ανταποκριθούν στο ρόλο τους, είναι μία φυσιολογική αντίδραση στις μη φυσιολογικές συνθήκες στις οποίες βιώνουν τον ερχομό του μωρού τους. Ιδιαίτερα οι μπαμπάδες, μπορεί να νιώθουν ότι πρέπει να αναλάβουν τον ρόλο του δυνατού. Είναι όμως αναμενόμενο και για εκείνους να καταρρέουν σε κάποιες στιγμές και είναι πολύ σημαντικό να υποστηριχθούν και εκείνοι.

Ακόμη, καθώς μέσα στο ζευγάρι των γονιών μπορεί να υπάρχουν διαφορετικές αντιδράσεις που μπορεί να φέρουν εντάσεις, χρειάζεται να υπογραμμιστεί στους γονείς πως δεν υπάρχει σωστός τρόπος για να αντιδράς στις συνθήκες αυτές και πως είναι συνήθεις οι διαφορές που παρουσιάζουν μεταξύ τους. Σε κάποιες περιπτώσεις, η ψυχολογική υποστήριξη είναι καλό να αφορά και τη σχέση του ζευγαριού η οποία συχνά βιώνει κρίση.

Επίσης, οι γονείς έχουν ανάγκη από ένα υποστηρικτικό δίκτυο γύρω τους. Η  υποστήριξη από το κοινωνικό περιβάλλον παρουσιάζεται να είναι προστατευτικός παράγοντας για την ψυχική υγεία τους. Η συναισθηματική στήριξη αλλά και η προσφορά πρακτικής βοήθειας από την ευρύτερη οικογένεια και του φίλους, όπως βοήθεια με άλλες υποχρεώσεις και ευθύνες εκτός της κατάστασης του μωρού τους, μπορεί να τους ανακουφίσει από το επιπρόσθετο άγχος και την επιβάρυνση.

Συνοψίζοντας, οι ψυχολογικές επιπτώσεις της συνάντησης των γονέων με το βρέφος τους κάτω από αυτές τις δυσμενείς συνθήκες είναι σημαντικές. Οι υποστηρικτικές παρεμβάσεις μπορούν να βοηθήσουν τους γονείς να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις και να προωθήσουν θετικά αποτελέσματα για το μωρό, για τους ίδιους, για την οικογένεια τους.