Όταν το βρέφος γεννιέται εξαρτάται απόλυτα από τους φροντιστές του για να επιβιώσει. Μάλιστα τους πρώτους μήνες της ζωής του, βρίσκεται σε μία συμβιωτική φάση με τη μητέρα, σε μία αδιαφοροποίητη ενότητα μαζί της. Καθώς το μωρό μεγαλώνει, αρχίζει να σ ...
7 Αυγούστου 2023
Tantrums ονομάζονται οι εκρήξεις θυμού που εκδηλώνουν τα νήπια με κλάμα, φωνές, ουρλιαχτά και άλλες έντονες αντιδράσεις. Το δίχρονο και τρίχρονο παιδί μπορεί να κατακλυστεί από το συναίσθημα του θυμού ή της απογοήτευσης και να πέσει στο πάτωμα, να χτυπάει τον εαυτό του ή τους άλλους, να κλαίει ανεξέλεγκτα.
Πίσω από τις εκδηλώσεις αυτές, η αιτία είναι ότι το μικρό παιδί έχει μία ανάγκη, η οποία δεν καταφέρνει να την κάνει να ακουστεί με πιο ήπιο τρόπο, κι έτσι ζητάει επιτακτικά την ικανοποίησή της. Το νήπιο δεν έχει κατακτήσει συγκεκριμένα αναπτυξιακά ορόσημα. Τα μέρη του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνα για τον έλεγχο των παρορμήσεων και τη ρύθμιση του συναισθήματος δεν έχουν αναπτυχθεί. Απογοητεύεται που δεν μπορεί να ικανοποιήσει ένα θέλω του, και κυρίως δεν μπορεί να διαχειριστεί αυτή τη ματαίωση.
Εκδηλώνει το ξέσπασμά του, διεκδικώντας την ικανοποίηση της ανάγκης ή επιθυμίας του, και όταν δεν το πετυχαίνει εντείνει το ξέσπασμα. Δεν έχει άλλο τρόπο να διαχειριστεί την συναισθηματική θύελλα μέσα του. Επίσης, δεν μπορεί να επικοινωνήσει απόλυτα αυτό που θέλει, καθώς ο λόγος του είναι ακόμη περιορισμένος. Έτσι, απογοητεύεται με τον εαυτό του και θυμώνει με τον γονιό.
Θα λέγαμε ότι το tantrum είναι μία αναπτυξιακά κατάλληλη συμπεριφορά, η διαχείριση της οποίας, με την καθοδήγηση του γονιού, θα επιτρέψει στο νήπιο να μάθει να εκφράζει τις ανάγκες του με άλλους τρόπους, να ρυθμίζει σταδιακά το συναίσθημά του και να αντέχει τη ματαίωση.
Τα meltdowns διαφέρουν από τα tantrums, παρόλο που αφορούν κι αυτά μία ανεξέλεγκτη συμπεριφορά του παιδιού νηπιακής ηλικίας. Το meltdown περιγράφει την αισθητηριακή υπερχείλιση και συναισθηματική κατάρρευση του νηπίου, όταν έχει κατακλυστεί από αισθητηριακά ερεθίσματα, όπως ένα υπερδιεγερτικό περιβάλλον με κόσμο, βουή, κλπ. και βιώνει έντονα συναισθήματα, τα οποία δεν μπορεί να διαχειριστεί.
Η αισθητηριακή υπερφόρτωση του παιδιού προκαλεί την αντανακλαστική αυτή αντίδραση. Μπορεί να κλαίει απαρηγόρητο, μη μπορώντας να ελέγξει τη συμπεριφορά του, να χτυπιέται, ή να καταρρέει κυριολεκτικά στο πάτωμα. Τις στιγμές αυτές νιώθει ιδιαίτερα ευάλωτο.
Ενώ κατά το tantrum το παιδί αποσκοπεί στην επίτευξη του στόχου του μέσα από την έντονη διεκδίκησή του, κατά τη διάρκεια του meltdown, δεν ζητά την ικανοποίηση ενός στόχου αλλά εκδηλώνει τη δυσφορία του, η οποία έχει υπερχειλίσει, δεν μπορεί να συγκρατηθεί από το ανώριμο ακόμα σύστημα διαχείρισής του.
Τρόποι διαχείρισης των tantrums του νηπίου
Η πλήρης αγνόηση της έκρηξης θυμού του παιδιού -στρατηγική που κάποιοι γονείς υιοθετούν πιστεύοντας ότι αυτό ‘αποδυναμώνει’ τη συμπεριφορά- αφήνει το παιδί μόνο του και ‘αγνοημένο’ μέσα στη συναισθηματική του καταιγίδα και δεν του διδάσκει εργαλεία διαχείρισης. Αλλά και η ικανοποίηση από τον γονιό της κάθε επιθυμίας του παιδιού, με στόχο να σταματήσει το ξέσπασμά του, δεν δημιουργεί τις συνθήκες ώστε εκείνο να μάθει να διαχειρίζεται την κατάσταση αυτή.
Ένας κατάλληλος τρόπος διαχείρισης της των κρίσεων του παιδιού θα συμπεριλάμβανε τα εξής:
Διατήρηση ήρεμης και ψύχραιμης στάσης του γονέα:
Ο ενήλικας χρειάζεται να ‘συναντήσει’ το ταραχώδες συναίσθημα του παιδιού όντας ήρεμος. Αν συμπαρασυρθεί στον θυμό, δεν θα μπορέσει να προσφέρει στο παιδί έναν κατάλληλο συναισθηματικό συντονισμό.
Χρειάζεται να δει με κατανόηση τη συμπεριφορά του παιδιού, να τη φυσιολογικοποιήσει βλέποντας την ως τον μόνο τρόπο που το νήπιο έχει διαθέσιμο. Να διαχειριστεί και να αποβάλλει σκέψεις όπως ‘με χειρίζεται’ ή ‘όλοι μας κοιτάνε και γινόμαστε ρεζίλι’.
Διατήρηση ασφάλειας:
Φυσικά, η προτεραιότητα είναι να διασφαλίσει ότι το παιδί είναι ασφαλές. Αν χρειάζεται, μπορεί να πάρει το παιδί από το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται.
Αποδοχή και επικύρωση του συναισθήματος:
Ο γονιός χρειάζεται να κατανοήσει και να αποδεχτεί το δύσκολο συναίσθημα του παιδιού, να του λεκτικοποιήσει το συναίσθημά του: «Βλέπω ότι αισθάνεσαι απογοητευμένος αυτή τη στιγμή γιατί δεν αγοράσαμε το παιχνίδι που ήθελες». Έτσι, εκείνο θα νιώθει ότι ακούγεται και αναγνωρίζεται.
Κατά τη διάρκεια του ξεσπάσματος, ο γονέας πρέπει να έχει στο νου του πως απευθύνεται στο συναισθηματικό́ κομμάτι του παιδιού́. Δεν έχει νόημα να του παρουσιάσει τα λογικά επιχειρήματα πίσω από το γιατί δεν μπορεί να ικανοποιήσει την ανάγκη του ή γιατί δεν είναι σωστή η συμπεριφορά του. Αφού έχει επικυρωθεί πλήρως το συναίσθημα του, μπορεί ο ενήλικας να αρχίσει να εμπλέκει και το λογικό κομμάτι του παιδιού ως προς το τι χρειάζεται για να ηρεμήσει. Για παράδειγμα: «Βλέπω ότι στεναχωριέσαι πολύ που πρέπει να φύγουμε, πρέπει όμως να πάρουμε την αδερφή σου από το σχολείο. Υπάρχει κάποιος τρόπος για να νιώσει καλύτερα στη διαδρομή μας;»
Η ενσυναίσθηση και κατανόηση του παιδιού δεν σημαίνει πως ο γονιός είναι απόλυτα ανεκτικός και δεν οριοθετεί τις συμπεριφορές του. Φυσικά, πρέπει να εμποδίζει το παιδί από το να χτυπάει ή να προκαλεί ζημιές και να τονίζει σταθερά πως οι κινήσεις αυτές είναι μη αποδεκτές.
Ανακούφιση και μετάδοση τρόπου αντιμετώπισης:
Ο γονιός μπορεί να τσεκάρει την ανάγκη του παιδιού για σωματική επαφή. Κάποια παιδιά θέλουν το άγγιγμα και την αγκαλιά του φροντιστή για να ηρεμήσουν ενώ άλλα χρειάζονται περισσότερο χώρο. Στη δεύτερη περίπτωση, ο γονιός παραμένει κοντά, διατηρεί την οπτική επαφή και μεταδίδει την ενσυναίσθηση του μέσα από τη στάση και τα λόγια του.
Μαθαίνει, μιμητικά́, στο μικρό παιδί πως υπάρχουν πιο λειτουργικοί τρόποι αντιμετώπισης των καταστάσεων αυτών. Ο ενήλικας μεταδίδει στρατηγικές διαχείρισης του θυμού. Μπορεί να προτείνει στο παιδί να κάνουν μαζί κάτι που θα τους χαλαρώσει ή να πάρουν μαζί κάποιες βαθιές αναπνοές. Υπάρχουν διάφορες στρατηγικές διαχείρισης των συναισθημάτων που μπορούν να διδαχθούν στο παιδί σε στιγμές ηρεμίας ώστε να μπορεί πιο εύκολα να τις εξασκήσει στις δύσκολες στιγμές του. Ακόμα, χρειάζεται η επικοινωνία να είναι απλή και σαφής, καθώς το νήπιο δυσκολεύεται να επεξεργαστεί περίπλοκες οδηγίες τις στιγμές αυτές.
Μετά την έκρηξη:
Όταν το παιδί είναι πια ‘συναισθηματικά ρυθμισμένο’, ο γονιός μπορεί να συζητήσει μαζί του σχετικά με τη δυσκολία του, να του προτείνει να σκεφτεί εναλλακτικούς τρόπους διαχείρισης για επόμενες φορές αλλά και να του αναγνωρίσει και ενισχύσει την προσπάθειά του.
Είναι επίσης σημαντικό ο γονιός να εξερευνήσει ποια ερεθίσματα ή συνθήκες (κούραση, πείνα, απρόβλεπτες αλλαγές, κλπ.) οδήγησαν ή ενίσχυσαν το ξέσπασμα του παιδιού για αποτροπή ανάλογων εκδηλώσεων στο μέλλον. Τέλος, ένα περιβάλλον συνεπές και προβλέψιμο και η διασφάλιση ότι οι πρακτικές και συναισθηματικές ανάγκες του νηπίου είναι φροντισμένες λειτουργεί προληπτικά στα ξεσπάσματα αυτά.
Τρόποι διαχείρισης των meltdowns του νηπίου
Αναφορικά με τη συναισθηματική κατάρρευση, οι γονείς θα ήταν καλό να αναλογιστούν τους εξής τρόπους απόκρισης και υποστήριξης:
Διατήρηση ασφάλειας:
Κατά τη διάρκεια του meltdown, το παιδί πράγματι δεν έχει τον έλεγχο της συμπεριφοράς του, επομένως μπορεί να κινδυνεύσει. Οι γονείς χρειάζεται να διασφαλίσουν την ασφάλεια του. Να εμποδίσουν κινήσεις που θα έβλαπταν το εαυτό του ή άλλους, να αφαιρέσουν τυχόν αντικείμενα που θα μπορούσαν να μην είναι ασφαλή. Στο σπίτι, το παιδί μπορεί να έχει τη δική του ‘ασφαλή γωνιά’ η οποία θα είναι έτσι διαμορφωμένη (με μαξιλάρια, μια απαλή κουβέρτα, το αρκουδάκι ή κάποιο αγαπημένο παιχνίδι, κλπ.) ώστε να ηρεμεί πιο εύκολα εκεί.
Διατήρηση ηρεμίας:
Χρειάζεται επίσης να παραμείνουν ήρεμοι και ψύχραιμοι, μεταδίδοντας με κάθε τρόπο το μήνυμα: «Αυτό που περνάς είναι δύσκολο. Εγώ είμαι εδώ για σένα».
Ρύθμιση διεγέρσεων:
Ο γονιός μπορεί να προσπαθήσει να μειώσει τα αισθητηριακά ερεθίσματα που δυσκολεύουν το παιδί. Συχνά, χρειάζεται να το απομακρύνουν από το στρεσογόνο περιβάλλον (θόρυβοι, κλπ.).
Μπορεί το παιδί να χρειάζεται λίγη απόσταση και από τον ίδιο τον γονιό. Ο γονιός του το επιτρέπει, εξασφαλίζοντας πάντα την ασφάλειά του. Κάποια παιδιά μπορεί να χρειάζονται το απαλό άγγιγμα ή την αγκαλιά του γονιού, να ηρεμούν μέσα από τη συν-ρύθμιση των δύο σωμάτων, μέσα από το σταθερό κράτημα του γονέα. Οι γονείς χρειάζεται να τσεκάρουν με το παιδί αν αυτό είναι ανακουφιστικό και ευπρόσδεκτο.
Επικύρωση του συναισθήματος, χρόνος & υπομονή:
Η συναισθηματική κατάρρευση χρειάζεται χρόνο για να υποχωρήσει. Ο γονιός με υπομονή και κατανόηση, μπορεί να παραμείνει δίπλα στο παιδί μέχρι να ηρεμήσει από την συναισθηματική του υπερχείλιση, μεταδίδοντας του το μήνυμα πως αναγνωρίζει πως αισθάνεται και πως είναι εντάξει να αισθάνεται έτσι. Οι εξηγήσεις και τα λογικά επιχειρήματα δεν είναι βοηθητικά την ώρα αυτή.
Κατανόηση πυροδοτητών και πρόληψη:
Ο γονιός χρειάζεται να αναλογιστεί και τα εντοπίσει τις υποκείμενες αιτίες, τις συνθήκες που επηρέασαν την υπερχείλιση του παιδιού, ώστε να λειτουργεί προληπτικά και να ενισχύσει το ΄πλάνο’ διαχείρισης των καταστάσεων αυτών.
Σε κάθε περίπτωση, εάν οι εκρήξεις θυμού ή τα meltdowns του νηπίου είναι πολύ έντονα και προκαλούν δυσλειτουργία σε εκείνο και την οικογένεια του, ο γονιός θα ήταν καλό να αναζητήσει καθοδήγηση και υποστήριξη από επαγγελματίες, που θα απαντήσουν εξατομικευμένα στις μοναδικές ανάγκες του κάθε παιδιού και του συνόλου της οικογένειας που ανήκει.