Τοξική Σχέση : Γιατί Επιλέγουμε Δυσλειτουργικά Μοτίβα Σχέσεων;

Τοξική Σχέση : Γιατί Επιλέγουμε Δυσλειτουργικά Μοτίβα Σχέσεων;

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο :

Μέσος Όρος Βαθμολογίας: 5 / 5. Προσμέτρηση ψήφων: 12

Πώς επιλέγω μία συντροφική σχέση; 

Εάν κάποιος έχει μεγαλώσει σε ένα δυσλειτουργικό περιβάλλον είναι εύκολο να οδηγηθεί σε δυσλειτουργικά πρότυπα σχέσεων. Έχοντας χτίσει αρνητικές πεποιθήσεις για τον εαυτό του, το άτομο αυτό μπορεί να επιλέγει συντρόφους που επικυρώνουν τις αρνητικές του πεποιθήσεις. Παραμένει σε σχέσεις με συντρόφους που δεν του φέρονται καλά, καθώς θεωρεί πως δεν αξίζει κάτι διαφορετικό.

Οι σχέσεις που χτίσαμε με τους σημαντικούς ανθρώπους της ζωής μας ως παιδιά, κυρίως τους γονείς μας, διαμορφώνουν τις προσδοκίες και τις πεποιθήσεις μας για τις σχέσεις. Έτσι, ο συναισθηματικός δεσμός που θα διαμορφωθεί ανάμεσα στο παιδί και στον γονέα λειτουργεί ως το “καλούπι” από το οποίο θα επηρεαστούν οι ενήλικες συντροφικές σχέσεις.  

Εάν ένα άτομο είχε έναν ασφαλή και στοργικό είδος δεσμού με τη μητέρα του (ή τον βασικό φροντιστή του), είναι πιο πιθανό να αναπτύξει έναν ασφαλή τύπο προσκόλλησης στις ενήλικες σχέσεις του. Αν έλαβε δηλαδή την κατάλληλη φροντίδα και ανταπόκριση, έχει χτίσει μία αίσθηση ασφάλειας και εμπιστοσύνης στον εαυτό και στους άλλους. Έχει διαμορφώσει την πεποίθηση πως είναι άξιος αγάπης.  Έτσι, επιλέγει έναν / μία σύντροφο που τον συμπληρώνει και που μπορεί να τον αγαπήσει με υγιή τρόπο.

Ωστόσο, εάν ο δεσμός με τους γονείς ήταν αγχώδης, αποφευκτικός ή αμφιθυμικός, αυτό μπορεί να επηρεάσει την ικανότητα του ατόμου να δημιουργήσει υγιείς σχέσεις στην ενήλικη ζωή. Το παιδί που έχει στερηθεί την κατάλληλη ανταπόκριση από τον γονέα του τόσο στις συναισθηματικές όσο και στις πρακτικές του ανάγκες, έχει χτίσει την πεποίθηση πως δεν είναι αρκετός, είναι ανάξιος να αγαπηθεί από τους άλλους, οι οποίοι βιώνονται ως ασταθείς ή στερητικοί. Ο ενήλικας που δεν έχει επεξεργαστεί τις δυσκολίες των πρώτων αυτών σχέσεων (όπως συμβαίνει μέσα στην ψυχοθεραπεία) με τους μη διαθέσιμους, επικριτικούς, ή ασταθείς γονείς του, συχνά δημιουργεί σχέσεις που έχουν στοιχεία παρόμοια με αυτά των πρώτων σχέσεων.

Το άτομο αυτό επιθυμεί τώρα την ικανοποίηση των ανικανοποίητων συναισθηματικών αναγκών του από τις ενήλικες ερωτικές σχέσεις. Αναζητά με αγωνία έναν σύντροφο που να του προσφέρει όσα δεν έχει λάβει. Έτσι, μπορεί να ζητά υπερβολικά, έχοντας υπάρξει αποστερημένος στην πρώτη σχέση με τη μητέρα ή τους ‘σημαντικούς άλλους΄. Συνήθως όμως οι ανάγκες του αυτές δεν μπορούν να ικανοποιηθούν και έτσι αναβιώνει μία ματαιωτική και επανα-τραυματική εμπειρία. 

Ένα άτομο έλκεται, επίσης, από οικεία μοτίβα συμπεριφοράς και, ασυνείδητα, επιλέγει σχέσεις που έχουν κοινά με προηγούμενες δύσκολες εμπειρίες ώστε να επεξεργαστεί όσα δεν λειτούργησαν καλά τότε και να τους δώσει μία διαφορετική εξέλιξη. Ελπίζει, συνήθως μάταια, πως η σχέση του θα έχει μία διαφορετική εξέλιξη στο παρόν, που θα του επιτρέψει να ‘επουλώσει’ τα τραύματα του παρελθόντος.

Πέρα από τα οικεία πρότυπα,  το άτομο μπορεί να επιλέγει συντρόφους και με βάση τα εξιδανικευμένα πρότυπα της παιδικής ηλικίας του.  Μπορεί δηλαδή να αναζητά την εξιδανικευμένη εικόνα της μητέρας ή του πατέρα, στην περίπτωση που ο γονιός έχει τοποθετεί από το παιδί σε ένα βάθρο και δεν έχει αποκαθηλωθεί -όπως συνήθως συμβαίνει αργότερα στη ζωή- ούτε στην ενήλικη ζωή του. Έτσι, μπορεί να αναζητά στους συντρόφους αυτή την εξιδανικευμένη εικόνα, την οποία ο σύντροφος της πραγματικότητας  δεν μπορεί να φτάσει. Το άτομο αυτό προσπαθεί να φέρει τον/την σύντροφο στα μέτρα αυτά, κάτι που είναι ανέφικτο. Έτσι, απαιτεί και απογοητεύεται.

Επίσης, το άτομο που ως παιδί είχε σχέσεις που χαρακτηρίζονταν από ανασφάλεια και αστάθεια, μπορεί να φοβάται την εγγύτητα, και έτσι να αποφεύγει να δημιουργήσει μία συναισθηματική κοντινότητα μέσα σε κάποια υγιή συντροφική σχέση. Ή αντίθετα, μπορεί να μπαίνει σε μοτίβα συνεξάρτησης, όπου η ικανοποίηση των συναισθηματικών του αναγκών εξαρτώνται υπερβολικά από τον/την σύντροφο.

Ή ακόμη, μπορεί να έλκεται από συντρόφους που δεν είναι συναισθηματικά διαθέσιμοι ή που έχουν δυσεπίλυτα προβλήματα, αναλαμβάνοντας τον ρόλο να τους ‘διορθώσει’ ή να τους ‘θεραπεύσει’.  Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε δυσλειτουργικά πρότυπα σχέσεων, όπως συγχωνευτικές σχέσεις με υπερβολικό έλεγχο και αδυναμία θέσπισης ορίων.

Ακόμη, η κακοποίηση, η παραμέληση και άλλες ανεπεξέργαστες τραυματικές εμπειρίες του παρελθόντος μπορεί να οδηγήσουν σε επανάληψη των προηγούμενων δυσλειτουργικών προτύπων σχέσεων.

Τα πρότυπα επικοινωνίας των αναγκών και των επιθυμιών μας επηρεάζουν επίσης την ποιότητα των σχέσεων που ο καθένας δημιουργεί. Ως παιδιά, οι αλληλεπιδράσεις των ενηλικών που παρατηρούσαμε, θα καθορίσουν τις επικοινωνιακές δεξιότητες στις σχέσεις μας κατά την ενήλικη ζωή. Συγκεκριμένα, οι σχέσεις μας με τους γονείς μας αλλά και η μεταξύ αυτών σχέση (η σχέση δηλαδή του γονεϊκού ζευγαριού) θα επηρεάσουν τον τρόπο που επικοινωνούμε τις ανάγκες μας: εάν τις αποφεύγουμε ή τις καταπιέζουμε ή, αντίθετα, αν τις εκφράζουμε κατάλληλα, με σεβασμό προς τις ανάγκες του άλλου, καθώς και το πως επιλύουμε τις συγκρούσεις.

Επιπρόσθετα, οι ‘συναισθηματικές αποσκευές’ που κουβαλάμε από προηγούμενες εμπειρίες ερωτικών σχέσεων έχουν δημιουργήσει τα ευάλωτα σημεία πάνω μας. Δυσκολίες σε προηγούμενες σχέσεις μπορεί για παράδειγμα να επηρεάσουν τη δυνατότητα να εμπιστευτούμε και να αφεθούμε, να έρθουμε κοντά, κλπ.

Πώς να φύγω από μία δυσλειτουργική σχέση;

Το να πάρεις την απόφαση να βγεις από μία δυσλειτουργική σχέση είναι συνήθως δύσκολο. Αρχικά, χρειάζεται να αναγνωρίσεις τις ενδείξεις μιας δυσλειτουργικής για εσένα σχέσης: να αναλογιστείς πως αισθάνεσαι, να παρατηρήσεις τι σου προκαλεί δυσφορία. Μέσα σε μία δυσλειτουργική σχέση μπορεί να αισθάνεσαι πως ο σύντροφος σου δεν σε στηρίζει, υποτιμάει τις ανάγκες και τις επιθυμίες σου. Μπορεί να βρίσκεται απορροφημένος στις δικιές του ανάγκες, μη μπορώντας ή μη επιθυμώντας να κάνει καθόλου χώρο για εσένα. Ή μπορεί να βιώνεις συμπεριφορές επίκρισης, υποτίμησης, παραμέλησης.  Μπορεί να αισθάνεσαι πως δεν υπάρχει σταθερό έδαφος στη σχέση αυτή.

Στο σημείο αυτό, είναι σημαντικό να αναστοχαστείς εάν εσύ βάζεις τον εαυτό σου στη θέση αυτή, πιστεύοντας πως δεν αξίζεις κάτι άλλο, κατηγορώντας τον εαυτό σου, υπομένοντας ή προσπαθώντας να αλλάξεις κάποια πράγματα χωρίς αποτέλεσμα.

Φυσικά, κάθε σχέση έχει δυσκολίες και συγκρούσεις. Εφόσον όμως υπάρχει επιθυμία και προσπάθεια από την πλευρά και των δύο συντρόφων, οι δυσκολίες αυτές μπορούν να προσεγγιστούν και οι σύντροφοι να παραμείνουν συνδεδεμένοι. Όμως, υπάρχουν κομμάτια δυσλειτουργικά σε σχέσεις, τα οποία είναι πέρα από τις φυσιολογικές και αναπόφευκτες δυσκολίες που μπορούν να επιλυθούν ή να γίνουν ανεκτές.

Ακόμη, κάθε άνθρωπος, μπαίνοντας σε μια σχέση, έχει τα δικά του διαπραγματεύσιμα και αδιαπραγμάτευτα στοιχεία: ποιες βλέψεις και σημαντικές αξίες χρειάζεται να μοιράζεται με τον σύντροφο του, τι χρειάζεται από τη σχέση του ώστε να αισθάνεται καλά, τι μπορεί να συμβιβάσει, τι δεν μπορεί να ανεχτεί.

Εφόσον έχει επικοινωνήσει κατάλληλα στον/στην σύντροφο σου τις ανησυχίες και τις δυσκολίες σου μέσα στη σχέση, έχεις εκφράσει το πως αισθάνεσαι και τι έχεις ανάγκη, και ο/ η σύντροφός σου δεν έχει δείξει επιθυμία και προσπάθεια να διαμορφώσει μαζί σου μια κοινώς ικανοποιητική σχέση, δεν μπορείς να παραμένεις να ‘χτυπάς μία πόρτα που παραμένει κλειατή’.

Προσπάθησε να πάρεις μία συνειδητή απόφαση να βγεις από την σχέση και σκέψου τι χρειάζεσαι για να ακολουθήσεις το μονοπάτι αυτό, μένοντας σταθερός στην επιλογή σου. Αναζήτησε στήριξη από το υποστηρικτικό σου δίκτυο – φίλους, οικογένεια. Κατανόησε πως είναι μια δύσκολη διαδικασία,  και χρειάζεται χρόνος και υποστήριξη ώστε να μπορέσεις να επεξεργαστείς το τέλος αυτή της σχέσης και να ανοιχτείς προς ένα πιο ικανοποιητικό για εσένα μέλλον.

Στο στάδιο αυτό, μπορεί να χρειάζεσαι να υποστηριχθείς μέσα από μία ψυχοθεραπευτική διαδικασία ώστε να επεξεργαστείς τα δύσκολα συναισθήματα που μπορεί να βιώνεις φεύγοντας από τη σχέση αυτή, παρά τη δυσλειτουργία που αυτή είχε. Μπορεί να χρειάζεται να ‘πενθήσεις΄ την απώλεια της σχέσης και να διαχειριστείς άγχη και ανησυχίες που προκαλεί το τέλος της αλλά και η δυσκολία σου να επανα-επενδύσεις και να εμπιστευτείς άλλους ανθρώπους.

Μέσα στην θεραπευτική διαδικασία, μπορείς ακόμη να αναγνωρίσεις τα δυσλειτουργικά μοτίβα σχέσεων σου, τους λόγους για τους οποίους οδηγείσαι σε αυτά, και τα ανεκπλήρωτα ζητήματα του παρελθόντος των οποίων η δράση παραμένει ενεργή στο σήμερα. Είναι σημαντικό να επεξεργαστείς τις σχέσεις με τους γονείς σου, ώστε να γίνει συνειδητό πως σε επηρέαζαν τότε αλλά και πως ακόμα επιδρούν στη ζωή σου, για να μην χρειάζεται να τις επαναλάβεις. Τέλος, μπορείς να υποστηριχθείς ώστε να αναπτύξεις πιο υγιείς δεξιότητες επικοινωνίας αλλά και διαφορετικούς τρόπους σχετίζεσθαι.

Αναγνωρίζοντας και επιλέγοντας υγιή και ικανοποιητικά πρότυπα σχέσεων, κάνοντας συνειδητές επιλογές, απαλλαγμένες από τα ‘κατάλοιπα’ των προηγούμενων σημαντικών σχέσεων της ζωής σου, μπορείς να επιτρέψεις στον εαυτό του να δεχθεί την αποδοχή, τον σεβασμό και την συναισθηματική ανταπόκριση, που έχεις δικαίωμα να έχεις, που αξίζεις να έχεις.