Το να αποφασίσω να γίνω γονιός είναι μία από τις σημαντικότερες αποφάσεις της ζωής. Τις τελευταίες δεκαετίες, με την εξέλιξη και την ευρεία χρήση της αντισύλληψης, οι άνθρωποι μπορούν να επιλέξουν συνειδητά, να εκφράσουν και να ακολουθήσουν την επιθυ ...

6 Ιουνίου 2025
Η γέννηση ενός πρόωρου βρέφους, δηλαδή πριν την 37η εβδομάδα της κύησης, έχει ως αποτέλεσμα μία απότομη και συχνά απροσδόκητη διακοπή της εγκυμοσύνης και συνήθως απαιτεί παραμονή του νεογνού στη Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών (ΜΕΝΝ). Αυτή η συνθήκη διαταράσσει τη σωματική εγγύτητα μητέρας–νεογνού, καθώς και τη φροντίδα που αναμενόταν να προσφέρουν οι γονείς στο μωρό τους. Τόσο η ιδιαιτερότητα της συναισθηματικής κατάστασης των γονέων την περίοδο αυτή όσο και το περιβάλλον της ΜΕΝΝ δυσχεραίνουν την ανάπτυξη του συναισθηματικού δεσμού με το μωρό τους.
Ψυχική κατάσταση της μητέρας/ του γονέα
Ο πρώιμος αποχωρισμός από το βρέφος, η παραμονή του στη ΜΕΝΝ, ιδιαίτερα όταν υπάρχουν σοβαροί κίνδυνοι μη επιβίωσης, καθώς και η απώλεια του μητρικού ρόλου αποτελούν τραυματικές εμπειρίες για τις μητέρες αυτές. Συνήθως, αισθάνονται φόβο, άγχος, ενοχή, αποτυχία και ανεπάρκεια. Συχνά, αναρωτιούνται αν έφταιξαν κάπου ή δεν προστάτεψαν αρκετά το μωρό τους. Νιώθουν αποπροσανατολισμένες καθώς δεν είναι πλέον σε εγκυμοσύνη αλλά ούτε έχουν το μωρό στην αγκαλιά τους.
Οι γυναίκες αυτές έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίσουν προβλήματα ψυχικής υγείας σε σύγκριση με τις μητέρες τελειόμηνων μωρών. Στο ιατρικό, ψυχρό περιβάλλον της ΜΕΝΝ, βλέπουν τα μικρά και ευάλωτα βρέφη τους να δέχονται ιατρικές παρεμβάσεις, αναγκαίες για την εξασφάλιση της ζωής τους. Όλες αυτές οι βαθιά επώδυνες και τραυματικές εμπειρίες οδηγούν είτε σε αντιδράσεις αγχώδους υπερεπαγρύπνησης ή, αντίθετα, αποσύνδεσης και αποφυγής του ψυχικού πόνου. Ως αποτέλεσμα του ψυχικού τραυματισμού, κάποιες μητέρες μπορεί να οδηγηθούν σε μια πιο «μηχανιστική» λειτουργία και να δυσκολευτούν να ‘συναντήσουν’ πραγματικά το μωρό τους.
Η σημαντικότητα της περιόδου αυτής
Η πρώιμη βρεφική φάση είναι υψίστης σημασίας για την ψυχική ανάπτυξη του παιδιού και προϋποθέτει την ύπαρξη ενός ασφαλούς δεσμού με τον φροντιστή, ο οποίος θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες του, με σταθερό, ζεστό και ασφαλή τρόπο. Ουσιαστική προϋπόθεση είναι η δημιουργία ενός περιβάλλοντος υποδοχής και ψυχικού ‘κρατήματος’ για το βρέφος μέσα από τη σταθερότητα, τη συναισθηματική διαθεσιμότητα και την ικανότητα του φροντιστή να ‘αντέχει’ και να νοηματοδοτεί τα συναισθήματα του βρέφους. Τα παραπάνω είναι κρίσιμα για την ψυχοσυναισθηματική και νευροαναπτυξιακή εξέλιξη του παιδιού.
Τα πρόωρα βρέφη έχουν μια πολύ διαφορετική αρχή στη ζωή σε σχέση με τα τελειόμηνα. Μια παρατεταμένη αποστέρηση του μωρού από τη μητρική φροντίδα μπορεί να έχει βαθιές και μακροχρόνιες επιπτώσεις. Ιδιαίτερα εάν οι ιατρικές προβλέψεις είναι αβέβαιες ή μη ενθαρρυντικές μπορεί να παρεμποδιστεί ή να διαταραχθεί πολύ έντονα ο δεσμός γονιού - βρέφους.
Παρεμβάσεις που ενισχύουν τον δεσμό γονέα – βρέφους
Επιστημονικά τεκμηριωμένες παρεμβάσεις στοχεύουν στην υποστήριξη της κρίσιμης σχέσης γονέα – βρέφους, παρά τις προκλήσεις που επιβάλλει η προωρότητα.
Η επαφή «δέρμα με δέρμα» (Φροντίδα Καγκουρό)
Η πρακτική της φροντίδας καγκουρό, δηλαδή η άμεση επαφή δέρμα με δέρμα μεταξύ γονέα και βρέφους προάγει τη συναισθηματική σύνδεση και βελτιώνει την ψυχοσυναισθηματική κατάσταση του μωρού, καθώς εκείνο αισθάνεται ασφάλεια και ζεστασιά. Η πρακτική αυτή έχει και άλλα τεκμηριωμένα οφέλη, καθώς υποστηρίζει την επιτυχημένη έναρξη και διατήρηση του θηλασμού και συμβάλλει στη σταθεροποίηση βασικών ζωτικών δεικτών στο βρέφος (Minotti et al., 2025). Ακόμη, συστηματικές έρευνες έχουν επιβεβαιώσει ότι η παρατεταμένη επαφή δέρμα με δέρμα μειώνει τα επίπεδα τους στρες (τα επίπεδα κορτιζόλης), ιδιαίτερα μετά από επώδυνες ιατρικές διαδικασίες, υποστηρίζει την ανάπτυξη του νεογνού και μπορεί να επιταχύνει ακόμα και την έξοδο από τη ΜΕΝΝ (Narciso, Beleza & Imoto, 2022).
Αλλά και για τη μητέρα, η επαφή δέρμα με δέρμα με το μωρό της ενισχύει την έκκριση ωκυτοκίνης, ορμόνης που ενισχύει τη συναισθηματική σύνδεση (Ionio, Ciuffo & Landoni, 2021). Επίσης, ενδυναμώνεται η γονεϊκή αυτοπεποίθηση, καθώς οι γονείς νιώθουν πιο ικανοί και ενεργοί. Η skin-to-skin επαφή βοηθά τους γονείς να «συντονιστούν» με το μωρό τους, να αναγνωρίσουν τα σήματά του και να ανταποκρίνονται σε αυτά με ευαισθησία. Μέσω αυτής της φυσικής και συναισθηματικής επικοινωνίας, ενισχύεται ένας ασφαλής δεσμός προσκόλλησης.
Σύμφωνα με τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές, η δέρμα με δέρμα επαφή πρέπει να αρχίζει νωρίς και να είναι επαναλαμβανόμενη. Το μωρό φοράει μόνο την πάνα του και κρατιέται κοντά στο στήθος του φροντιστή. Δεδομένου ότι το βρέφος αναγνωρίζει τη μητέρα από τη μυρωδιά, τον ήχο της φωνής και των χτύπων της καρδιάς της, νιώθει μεγαλύτερη άνεση και ασφάλεια. Και οι δύο γονείς μπορούν να εφαρμόσουν τη φροντίδα καγκουρό όσο πιο συχνά γίνεται κατά την παραμονή του μωρού στο νοσοκομείο. Το ιατρικό προσωπικό πρέπει να βοηθήσει τους γονείς, οι οποίοι μπορεί να είναι φοβισμένοι και μπερδεμένοι, να εξοικειωθούν με τη διαδικασία, να μιλήσουν απαλά στο μωράκι τους και να το χαϊδέψουν, ενισχύοντας την επαφή μεταξύ τους. Είναι σημαντικό οι γονείς να είναι απόλυτα παρόντες την ώρα αυτή. Είναι ένας ήσυχος χρόνος, που απολαμβάνεται από τη δυάδα. Χρειάζονται απαλοί χειρισμοί και προσαρμογές, αν το βρέφος δεν είναι άνετο. Το απαλό άγγιγμα, το μασάζ, η ήπια ομιλία στο μωρό ή ένα νανούρισμα είναι ωφέλιμα.
Όσο περισσότερη διάρκεια τόσο το καλύτερο, αλλά οποιαδήποτε διάρκεια είναι ωφέλιμη. Σε πολλές περιπτώσεις όμως, η κρισιμότητα της ιατρικής κατάστασης του μωρού και η δυσκολία μετακίνησης του από την αναγκαία μηχανική υποστήριξη καθυστερούν τη σωματική επαφή. Μπορεί να περάσουν αρκετές εβδομάδες μέχρι οι γονείς να μπορέσουν να κρατήσουν το μωρό τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, συνίσταται οι γονείς να είναι παρόντες με όσους τρόπους έχουν διαθέσιμους. Το βλέμμα της μητέρας, η φωνή, η ομιλία της είναι διαθέσιμα, ακόμα κι αν εμποδίζεται η σωματική επαφή για κάποιο διάστημα, και μπορούν να μεταδώσουν στο μωρό την επιθυμία τους για εκείνο.
Ο περιορισμός της πρόσβασης των γονέων στη ΜΕΝΝ σε συγκεκριμένες μόνο ώρες της ημέρας, όπως συμβαίνει συχνά σε πολλά νοσοκομεία παρεμποδίζει τη δημιουργία ενός σταθερού δεσμού βρέφους- γονέα. Το πρόωρο βρέφος έχει ανάγκη όσο περισσότερο γίνεται από μια συνεχή σωματική και συναισθηματική παρουσία των γονιών του για να αναπτύξει το αίσθημα ασφάλειας που προκύπτει από τον δεσμό που υφαίνεται μεταξύ τους.
Πρακτική Εμπλοκή των Γονέων στη Φροντίδα
Επιπρόσθετα, η εμπλοκή των γονέων ως ενεργά μέλη της ομάδας φροντίδας είναι ωφέλιμη τόσο για εκείνους όσο και για το μωρό. H συμμετοχή τους σε καθημερινές διαδικασίες, όπως η σίτιση ή η αλλαγή πάνας διευκολύνει τη σχέση μεταξύ τους. Έτσι, ενισχύεται η αίσθηση των γονιών ότι είναι επαρκείς και σημαντικοί στον ρόλο τους. Το ιατρικό προσωπικό πρέπει να αναγνωρίζει και να επιβεβαιώνει τον ρόλο τους, εκπαιδεύοντας τους στις καθημερινές ανάγκες του, όπως το τάισμα, το μπάνιο, η αλλαγή πάνας, η παρακολούθηση της κατάστασης υγείας του.
Μία άλλη σημαντική παρέμβαση είναι η εκπαίδευση των γονέων σχετικά με τη συμπεριφορά των πρόωρων βρεφών. Οι γονείς πρόωρων βιώνουν υψηλά επίπεδα άγχους, συχνά αναπτύσσουν λανθασμένες αντιλήψεις για το μωρό τους και δυσκολεύονται να αλληλεπιδράσουν με τρόπο αναπτυξιακά κατάλληλο. Η καθοδήγηση από επαγγελματίες υγείας αναπτύσσει την ικανότητά τους να ‘διαβάζουν’ τα σημάδια του βρέφους (πείνα, στρες, χαλάρωση), να παρακολουθούν τα συμπτώματα του, να αναγνωρίζουν και να κατανοούν τις ανάγκες τους, ώστε να προσαρμόζουν τη φροντίδα τους.
Χρειάζονται παρεμβάσεις υποστήριξης και εκπαίδευσης των γονέων που να ξεκινούν νωρίς κατά την παραμονή στη ΜΕΝΝ, με στόχο τη μείωση του γονεϊκού άγχους και την ενδυνάμωση των γονέων ώστε να αναπτύξουν υγιείς αντιλήψεις και τρόπους αλληλεπίδρασης με τα πρόωρα βρέφη τους. Ακόμη, όταν αυτό είναι εφικτό, οι μητέρες ενθαρρύνονται να αντλούν μητρικό γάλα για το βρέφος τους. Μέσω της προσφοράς του γάλακτος στο μωρό ενισχύεται η μητρική τους ιδιότητα και αυτό διευκολύνει τη μεταξύ τους σχέση.
Η ψυχική επένδυση του μωρού από τον γονέα
Η περιορισμένη επαφή του γονέα με το πολύ πρόωρο βρέφος μπορεί να παρεμποδίζει τους γονείς από το να βιώσουν το μωρό ως υποκείμενο, ως παιδί τους, και όχι ως ιατρικό περιστατικό. Είναι κρίσιμης σημασίας για την ψυχική ανάπτυξη του βρέφους να μπορέσει ο γονέας να διατηρήσει στο νου την υποκειμενικότητά του· να το αναγνωρίσει ως ξεχωριστή ύπαρξη, ως μέλος της οικογένειας, που έρχεται να εγγραφεί στη ζωή και στη γενεαλογία τους. Οι γονείς χρειάζεται να ενισχυθούν να μιλάνε στο βρέφος για το ποιο είναι, να του δώσουν όνομα, ιστορία και ταυτότητα.
Ακόμη, όπως περιγράφει η Vanier (2018), ψυχαναλύτρια με πολυετή εμπειρία σε ΜΕΝΝ, είναι εξαιρετικά δύσκολο για τους γονείς να δημιουργήσουν δεσμό με το βρέφος τους όταν οι γιατροί μεταδίδουν πως δεν γνωρίζουν αν θα ζήσει ή θα πεθάνει. Η ιδέα του θανάτου του μωρού εγκαθίσταται ψυχικά και κυριαρχεί μέσα τους. Παρότι το βρέφος ενδέχεται να μην επιβιώσει, ο γονέας χρειάζεται να το επενδύσει ψυχικά.
Όταν οι γονείς υποστηριχθούν -συχνά και μέσα από ψυχοθεραπευτική εργασία- να ονειρευτούν, να φανταστούν ένα μέλλον για το μωρό τους, μπορούν και να συνδεθούν πραγματικά με το παιδί τους – έστω και υπό αβεβαιότητα. Ακόμα κι αν η ιατρική πραγματικότητα είναι αβέβαιη ή δυσοίωνη, η φαντασίωση ενός μέλλοντος είναι πολύτιμη για την ύπαρξη της ψυχικής ζωής του βρέφους. Η ελπίδα δεν είναι άρνηση της πραγματικότητας, αλλά μια ψυχική θέση που επιτρέπει τη συναισθηματική επένδυση και σύνδεση.
Παροχή θεραπευτικής στήριξης στους γονείς
Η ψυχοθεραπευτική στήριξη των γονέων μπορεί να τους βοηθήσει να αναγνωρίσουν τις άμυνές τους, να επεξεργαστούν το τραύμα της προωρότητας και τελικά να επιτρέψουν στους εαυτούς τους να συνδεθούν αληθινά με το μωρό τους. Την περίοδο αυτή, οι γονείς μπορεί να χρειάζεται να επεξεργαστούν και δικά τους πρώιμα τραύματα, αναβιώσεις από τη σχέση με τις δικές τους γονεϊκές φιγούρες, αισθήματα ενοχής, αποτυχίας απόρριψης ή εγκατάλειψης, που επανενεργοποιούνται μέσα από την εμπειρία της πρόωρης γονεϊκότητας και περιπλέκουν τη σχέση τους με το παιδί τους.
Ακόμη, η δημιουργία ομάδων στήριξης γονέων πρόωρων βρεφών μέσα στα νοσοκομεία που νοσηλεύουν τα μωρά τους είναι πολύτιμη καθώς οι γονείς μοιράζονται βιώματα, συναισθήματα κι ανησυχίες, γεγονός που μειώνει το αίσθημα μοναξιάς και ενισχύει την κατανόηση και την αποδοχή του εαυτού τους και της δύσκολης πραγματικότητας στην οποία βρίσκονται. Οι ‘πρόωροι γονείς’ έχουν κι οι ίδιοι ανάγκη από ένα πλαίσιο σταθερότητας και ασφάλειας, ώστε να μπορέσουν να δημιουργήσουν και για το μωρό τους την αίσθηση αυτή.